μελικουκκιά
Смотреть что такое "μελικουκκιά" в других словарях:
μελικουκκιά — και μελικοκκιά, η βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού κελτίς … Dictionary of Greek
μελικοκκιά — η βοτ. βλ. μελικουκκιά … Dictionary of Greek
μελικουκκιά — και μελικοκκιά, η βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού κελτίς … Dictionary of Greek
μελικοκκιά — η βοτ. βλ. μελικουκκιά … Dictionary of Greek